Η βάση
Παρακολουθώντας τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την Παιδεία στη Βουλή, πιστοποίησα για άλλη μια φορά ότι η πολιτική είναι μια οργανωμένη υποκρισία που δεν έχει καμία χάρη αλλά δυστυχώς έχει ακόμη θεατές – και χωρίς λεμονόκουπες- όπως είχε επισημάνει σε ανύποπτο χρόνο ο Γιάννης Τσαρούχης.
Μου ήρθε στο μυαλό η δήλωση του Μαραντόνα μετά την επίσκεψη του στον Πάπα: «Περίμενα να δω αγίους και βρήκα χρυσούς πολυελαίους και χρυσές στέγες, και μετά άκουσα τον Πάπα να λέει ότι η Εκκλησία ανησυχεί για τα φτωχά παιδιά. Τότε, φίλε, πούλα τις στέγες και κάνε κάτι!».
Μπορείς να είσαι πολιτικός που πολεμάει την ιδιωτική εκπαίδευση και υπερασπίζεσαι το δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο και τα παιδιά σου να σπουδάζουν σε πανάκριβα ιδιωτικά και πανεπιστήμια του εξωτερικού; Όσοι έχουν δουλειές που εξαρτώνται από τις μάζες -επιτρέψτε μου την χύδην αναφορά αλλά περί αυτού πρόκειται- τις μάζες προσπαθούν να γοητεύσουν ή τουλάχιστον να μην ενοχλήσουν «για να αρέσουν». Και έτσι φυτρώνει και αναπτύσσεται ο λαϊκισμός.
Μάλιστα έτσι δεν κατανοούν καν πόσο προσβάλει κάποια φτωχότερα στρώματα ο -μη αποδεδειγμένος- ισχυρισμός ότι οι φτωχοί μαθητές δεν περνούν τη βάση. Η ιστορία της δικής μας χώρας και των δικών μας οικογενειών είναι η ιστορία του γονιού που δίνει το παν για να μπορεί να στηρίξει το παιδί του να σπουδάσει καμαρώνοντας όταν το παιδί του γίνεται επιστήμονας. Καθώς το πανεπιστήμιο ήταν και είναι ο σπουδαιότερος μηχανισμός μείωσης ανισοτήτων και ο ιμάντας της κοινωνικής κινητικότητας.
Δυστυχώς όμως μεταφράσαμε πολλές φορές λανθασμένα την πολιτικότητα και την επαναστατικότητα που είναι στον πυρήνα της επιστημονικής σκέψης, σε «επαναστατική γυμναστική» και σε χτίσιμο κομματικών στρατών μέσα στα πανεπιστήμια. Είναι καιρός πια να δούμε την πολιτική όχι σαν διαχείριση συμβόλων, ξεφεύγοντας απ’ την ορολογία και τις διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος του εμφυλίου και της δικτατορίας και μη επιτρέποντας αυτά να καθορίσουν την πορεία του ελληνικού πανεπιστημίου τον 21ο αιώνα.
Y.Γ. Και επειδή περίσσεψε η υποκρισία με τα κολέγια, να ξεκαθαρίσουμε ότι κολέγιο είναι το εδώ παράρτημα ξένου πανεπιστημίου και όχι ιδιωτικό ΙΕΚ. Για τα ΙΕΚ-δημόσια και ιδιωτικά-υπάρχουν οι εξετάσεις πιστοποίησης, για τα κολέγια και τις σχολές του εξωτερικού ο πτυχιούχος υποβάλλει αίτηση για άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στο αρμόδιο Επιμελητήριο.
Το Επιμελητήριο παίρνει την αίτηση, ο χρόνος όμως περνάει και ο ενδιαφερόμενος δεν παίρνει ποτέ απάντηση. Επεμβαίνει με έγγραφό της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που επισημαίνει τις απαράδεκτες καθυστερήσεις στη διαδικασία αδειοδότησης των επαγγελματιών, και έτσι έρχεται το Υπουργείο Παιδείας και λέει ότι πλέον οι άδειες θα χορηγούνται από υπηρεσία του υπουργείου και δεν χρειάζεται η έγκριση του Επιμελητηρίου.
Τα Επιμελητήρια διαμαρτύρονται, υποστηρίζοντας ότι έτσι υπονομεύεται η επαγγελματική επάρκεια των κλάδων, ενώ τα μέλη τους υφίστανται αθέμιτο ανταγωνισμό. Τώρα όλο αυτό παρουσιάζεται περίπου ως θεωρία συνωμοσίας: η κυβέρνηση δυσκολεύει τη διαδικασία εισόδου στο Πανεπιστήμιο προκειμένου να στείλει σπουδαστές στα Κολέγια και στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού εξασφαλίζοντας και την αναγνώριση του πτυχίου τους.
Είναι η Ελλάδα υποχρεωμένη βάσει κοινοτικής νομοθεσίας να δέχεται αυτά τα πτυχία; Ναι είναι. Από κει και πέρα το θέμα θα μπορούσε να λυθεί όπως σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες: τα Επιμελητήρια να αξιολογούν αντικειμενικά τα πτυχία, να δέχονται και να απορρίπτουν αιτήσεις ανάλογα με την επάρκεια του υποψηφίου.
Όμως και εδώ υπάρχει πρόβλημα. Διότι τα Επιμελητήρια δεν κάνουν αξιολόγηση. Διοργανώνουν κάτι εξετάσεις της πλάκας ώστε να περάσουν όλοι οι υποψήφιοι που έχουν βγει από πανεπιστημιακά τμήματα. Αν έκαναν πραγματική αξιολόγηση, βάζοντας στον ίδιο στίβο πτυχιούχους από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα της εκπαίδευσης, μπορεί σε αρκετές περιπτώσεις να κατέρρεε ολόκληρο επαγγελματικό αφήγημα. Άλλωστε όλα τα τμήματα του δημόσιου Πανεπιστημίου δεν κάνουν την ίδια δουλειά.
Υπάρχουν τμήματα που υστερούν των αντίστοιχων ιδιωτικών. Να έχουν λοιπόν τα Επιμελητήρια την ευθύνη για την αδειοδότηση των επαγγελματιών, αρκεί να το κάνουν με αξιολογικά ανταγωνιστικό τρόπο, έχοντας αποδεχθεί και τη νέα πραγματικότητα που σπάει χρόνια συντεχνιακά στεγανά, θεσπίζοντας ένα σκληρό σύστημα αξιολόγησης από το οποίο δεν θα μπορεί να περάσει ούτε ο τύπος που αγόρασε το πτυχίο ούτε ο τύπος που έκανε συνδικαλισμό στο Πανεπιστήμιο και πήρε πτυχίο με μέσο. Από τη στιγμή που θα λειτουργήσει η αξιολόγηση, δεν υπάρχει καμία ανησυχία. Στην αγορά θα μπαίνουν οι καλύτεροι. Προς το παρόν, θα μπαίνουν όλοι και ακόμα περισσότεροι.
Τη στήλη επιμελείται και…
Ψαρεύει (όταν δεν γράφει…) ο Γρηγόριος Φαρμάκης
(ΥΓ: «Χτυπάει» χωρίς πρόγραμμα)