Aνέκαθεν έμενα στο «τι λέει» κάποιος αντί του «ποιος το λέει». Γιατί θεωρώ ότι αυτή είναι η ουσία. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι τα λεγόμενα είναι ειλικρινή.
Παράδειγμα οι πρόσφατες δηλώσεις του Α. Πατέλη και της Ε.Αχτσιόγλου. Δείχνουν σαφώς την ιδεολογικοπολιτική αντίληψη των εκφραστών τους την οποία διατύπωσαν ανοικτά και αβίαστα. Τελικά και οι δύο ήταν χρήσιμες, αρκεί να τις δούμε με ψυχραιμία. Ο πρώτος είπε: «…Για τις πιο πολλές δουλειές που μπορεί να κάνει κάποιος μετά τις σπουδές του, όχι απλώς δεν είναι απαραίτητο το διδακτορικό, αλλά είναι και κάτι το αρνητικό. Εγώ δηλαδή δεν θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό αν μου έκανε αίτηση γιατί δείχνει ότι πιθανώς να είναι κάποιος άνθρωπος ο οποίος δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά. Το διδακτορικό απαιτεί μια αφοσίωση, αν θες να το κάνεις καλά, 4, 5, 6 χρόνια, στην πιο παραγωγική σου ηλικία, οπότε είναι κάτι το οποίο ουσιαστικά σου καθυστερεί την καριέρα σου…», η δε άλλη είπε: «…Η πανδημία είναι μεγάλη ευκαιρία για την Αριστερά. Οι ρωγμές που υπήρξαν εξαιτίας της πανδημίας να οδηγήσουν σε μια ουσιαστικότερη πολιτική αλλαγή, γιατί θεωρώ ότι είναι μια ευκαιρία αυτή… Η κανονικότητα, στην πραγματικότητα, δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά… η κανονικότητα οδηγεί στον ατομικισμό. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επενδύει πάρα πολύ στην ατομική ευθύνη…».
Προς τι η έκπληξη που εκφράστηκε κυρίως στα social media; Aυτό που προτείνει ο Πατέλης είναι να αφήσουν οι νέοι τα πολλά διδακτορικά και να μπουν νωρίτερα στην παραγωγή γιατί αυτό που ενδιαφέρει είναι να δουλέψει η οικονομία. Το παραγωγικό μοντέλο στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία έχει αλλάξει οριστικά με την τεχνολογική επανάσταση του computer, και οι απαιτήσεις της εργασίας είναι πια διαφορετικές με κύρια την ικανότητα χρήσης της τεχνολογίας. Και σε αυτήν την πραγματικότητα, τα επαγγέλματα για τα οποία όντως ένας τίτλος διδακτορικών σπουδών είναι πιο σημαντικός από την εργασιακή εμπειρία και τις συνθέσεις με τις οποίες αυτή προικίζει τον εργαζόμενο, δεν είναι τόσα όσα νομίζουμε. Πάντως δεν πρέπει να ξεχνάμε και την παρ’ ημίν πτυχιολατρία, η οποία πολλές φορές υπονομεύει τη δημιουργικότητα και την παραγωγή πλούτου.
Οι πανεπιστημιακές σπουδές και πόσο μάλλον οι μεταπτυχιακές και τα διδακτορικά είναι καλά, όμως δεν φθάνουν. Αν ήταν έτσι, τότε οι καθηγητές Οικονομικών θα έπρεπε να είναι και από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο. Τον γιατρό και τον δικηγόρο δεν τον εμπιστεύεσαι επειδή έχει «άριστα» στο πτυχίο ή κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο ή διδακτορικό αλλά γιατί ξέρει τη δουλειά κάνοντας την καλά τόσα χρόνια.
Απ’ την άλλη αφού εδώ και δεκαετίες δεν υπάρχει αξιολόγηση για το έργο μας, το όποιο πτυχίο είναι το μόνο κριτήριο που έχει απομείνει. Έτσι έχουμε ανακηρύξει τους πανεπιστημιακούς σε ανώτατη πνευματική ελίτ του τόπου επειδή αυτοί ξέρουν να παράγουν πτυχία. Το δημιουργικό έργο είναι λεπτομέρεια. Ως πτυχιούχος των θετικών επιστημών (Φυσικός) ξέρω ότι στον τομέα αυτό η έρευνα διεθνώς συνεχίζει αέναα με θαυμαστά αποτελέσματα. Για τις ανθρωπιστικές επιστήμες υιοθετώ την άποψη του Τ. Θεοδωρόπουλου: « Η πιο σοβαρή ανακάλυψη των τελευταίων δεκαετιών είναι η πολιτική ορθότητα. Πριν απλώσει την τυραννία της στην πολιτική, είχε αλώσει τις πανεπιστημιακές αίθουσες». Οι δημοκρατίες βέβαια χρειάζονται ελίτ για να λειτουργήσουν. Και το πανεπιστήμιο υπήρξε για αιώνες το εργαστήριο της παραγωγής τους. Το ζήτημα είναι αν μπορεί να επιτελέσει αυτόν τον ρόλο στον σημερινό κόσμο. Και η πτυχιολατρία δεν το βοηθάει.
Για τα λεγόμενα της Αχτσιόγλου, είναι η γνωστή φιλοσοφία που υπηρέτησε και υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ με βάση την οποία ανέχεται τους «μπαχαλάκηδες» και δεν τους καταδικάζει, δέχεται το ρίσκο των διαδηλώσεων στο «φούντωμα» της πανδημίας, μιλά υπονομευτικά για «ξεστοκάρισμα» εμβολίων που όμως γι’ αυτόν λίγο καιρό πριν δεν υπήρχαν καν (!).
Αλλά και ιδεολογικά να το δεις ακολουθεί ουσιαστικά την αντίληψη του «υπαρκτού». Δεν υπάρχει ατομικότητα παρά μόνο η συλλογική συνείδηση την οποία διαμορφώνει το κόμμα καθοδηγώντας την κοινωνία και καθορίζοντας τις κοινωνικές σχέσεις. Αυτή η ατομικότητα που απεχθάνεται η Αχτσιόγλου. Επειδή δε δεν καταλαβαίνει την ατομική ευθύνη προς το σύνολο, που είναι η «κοινωνική υπευθυνότητα», καταλήγει σε ασυναρτησίες του στυλ «η κανονικότητα οδηγεί στον ατομικισμό», παραβλέποντας το γεγονός ότι σε περιόδους αναταραχής η ανθρώπινη αντίδραση είναι το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» μακριά από κάθε μορφής κοινωνικότητα.
Υπήρξαν βέβαια, ορισμένοι πεφωτισμένοι Αριστεροί, «ρεβιζιονιστές» και «αναθεωρητές» μάλλον, κατά την αντίληψη της Αχτσιόγλου, που διαφώνησαν. Θα πρέπει όμως να ξέρει ότι ακόμα και αυτό το περιβόητο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς – για το οποίο δήθεν κόπτονται οι νεόκοποι ανιστόρητοι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ– το έκτισαν άνθρωποι ακριβώς με την αίσθηση της ατομικής ευθύνης, αγωνιζόμενοι ακριβώς για κοινωνική και δημοκρατική κανονικότητα. Παραφράζοντας τον Ηλία Ηλιού: «Θα σας ταράξουμε στην κανονικότητα».
Αλλά τι να συγκρίνει κανείς;
Από τη στήλη “Ο Αλιεύς”
Γράφει ο Γρηγόριος Φαρμάκης