Όταν το 2012, λίγο πριν εισέλθω στην πέμπτη δεκαετία της ζωής μου, αποφάσισα ότι οι συνθήκες απαιτούν την ενεργοποίησή μου στα κοινά, στα πολιτικά κοινά, είχα ήδη σχηματισμένες κάποιες βεβαιότητες για αυτά. Πρώτη, το επίπεδο της πολιτικής εκπροσώπησης στην Ελλάδα ήταν πολύ χαμηλό και με άλλες ιεραρχήσεις από αυτές των αναγκών του τόπου στο παρόν αλλά και για το μέλλον. Δεύτερη, το φαινόμενο πήγαινε δεκαετίες πίσω στο χρόνο και δεν ήταν συγκυριακό. Έβαινε όμως σταθερά προς το χειρότερο. Τρίτη, για να αναστραφεί το φαινόμενο ήταν απαραίτητο να υπάρξει μια ανανέωση στο πολιτικό προσωπικό τέτοια που να σηματοδοτήσει και να οδηγήσει σε μια αναστροφή της κατάστασης και σε αναγέννηση της χώρας σε όλα τα επίπεδα. Πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, πολιτισμικό, θεσμικό, εκπαιδευτικό. Η εμπλοκή πολιτών με άλλες αντιλήψεις, με άλλες νοοτροπίες, με άλλες ιεραρχήσεις ήταν –και είναι ακόμη και σήμερα- εκ των ων ουκ άνευ.
Στην Ελλάδα, που η λέξη «πολιτική» παραπέμπει αυτομάτως σε κάτι μιαρό, άσκοπο, διεφθαρμένο και γενικά αποκρουστικό, πως θα πεισθούν αυτοί οι «άλλοι» πολίτες να συμμετάσχουν με πίστη στη μη ματαιότητα του εγχειρήματος και να αγωνιστούν για αυτό;
Στα επτά χρόνια που μεσολάβησαν έχω παρακινήσει πολλούς να ασχοληθούν με την πολιτική ειδικά και τα κοινά γενικότερα. Αρκετοί το δοκίμασαν έστω και μια φορά, λίγοι έμειναν. Αναμενόμενο. Πρέπει να το αγαπάς πραγματικά για να μπορείς να αντιμετωπίσεις όλες τις δυσκολίες που θα σου παρουσιαστούν και να είσαι έτοιμος για θυσίες. Θυσίες οικονομικές, προσωπικές, ψυχικές και κάποιες φορές και επαγγελματικές. Αν, μάλιστα, δεν έχεις εμπλακεί με σχέδιο και σκοπό να εξυπηρετήσεις ιδιοτελείς υποθέσεις, το εγχείρημα μπορεί να μοιάσει και ρομαντικό. Όλα αυτά δείχνουν, σε μια σύντομη περιγραφή, το πόσο δύσκολο είναι για κάποιον που δεν ήταν προετοιμασμένος, έστω ψυχικά, να πει το «ναι» και να κάνει το βήμα να εκτεθεί δημοσίως.
Με το νόμο 3852/2010, αλλιώς γνωστό ως «πρόγραμμα Καλλικράτης», επήλθε στα θέματα της τοπικής αυτοδιοίκησης μια σημαντική, ανάμεσα σε άλλες, αλλαγή. Πολλαπλασιάστηκαν οι ανάγκες για τη στελέχωση των ψηφοδελτίων. Ο αριθμός των υποψηφίων εκτινάχθηκε και έκανε τη διαδικασία συγκρότησης ψηφοδελτίων, κυρίως για τους Δήμους, εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Οι παρατάξεις, ιδίως οι νέες και που δεν είχαν κάποια στήριξη από «ισχυρό» κόμμα, δεν κατέβαιναν με πλήρη ψηφοδέλτια αλλά με τον ελάχιστο απαραίτητο από το νόμο αριθμό υποψηφίων. Η ποσόστωση του 30%, δυσκόλευε ακόμα περισσότερο τη διαδικασία. Για τις εκλογές του 2019 θα γίνει, απ’ ότι φαίνεται, 40% το ποσοστό, δηλαδή ακόμη πιο δύσκολο, καθώς, δυστυχώς, το ενδιαφέρον των γυναικών για την πολιτική είναι πολύ μικρότερο από αυτό των ανδρών.
Το τελευταίο διάστημα, αφού ολοκληρώνεται η συμπλήρωση των ψηφοδελτίων, όλο και περισσότεροι από τους υποψηφίους δημοσιοποιούν την κάθοδό τους στις εκλογές. Δια ζώσης στον κοινωνικό τους περίγυρο, με δημοσιεύσεις τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με δημοσιεύσεις στον τύπο. Κυρίως από τους νέους, τους «πρωτάρηδες», καθώς υπολείπονται σημαντικά της αναγνωρισιμότητας από τους παλαιότερους συνυποψηφίους τους και προσπαθούν να καλύψουν ένα, μικρό έστω, τμήμα της απόστασης που τους χωρίζει.
Ταυτόχρονα με τη μαζική –εκ των πραγμάτων και μη εξαρτώμενη εν πολλοίς από τους ίδιους- ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων, έχουμε και μια άλλη, εξίσου μαζική εμφάνιση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυρίως, αλλά και στις παρέες. Ανθρώπων που σχολιάζουν αυτό το φαινόμενο με τρόπο χλευαστικό, υποτιμητικό, απαξιωτικό για τους υποψηφίους, γενικά, που εμφανίστηκαν ξαφνικά στις ζωές τους, προφανώς ταράζοντάς τες. Είναι συμπολίτες μας που θεωρούν ότι δεν έχει το δικαίωμα ο οποιοσδήποτε συμπολίτης τους να ασχοληθεί με τα κοινά. Είναι συμπολίτες μας που κρίνουν την ικανότητα και τις προθέσεις των υποψηφίων, άμα τη εμφανίσει τους, πριν ακόμη δώσουν κάποια δείγματα γραφής. Είναι συμπολίτες μας που από την «ασφάλεια» της μη έκθεσής τους, κρίνουν το θάρρος αυτών που αποφάσισαν να εκτεθούν. Είναι συμπολίτες μας που, τελικά, προτιμούν κατά βάθος να βλέπουν στα ψηφοδέλτια τα ίδια πρόσωπα κάθε φορά, σε ένα φαύλο κύκλο που αποδεδειγμένα μας οδηγεί κάθε φορά όλο και πιο βαθιά στη συλλογική παρακμή. Είναι συμπολίτες μας που, αδυνατώντας να αντιμετωπίσουν τις ανασφάλειές τους, τους δισταγμούς και τη δειλία τους να προσέλθουν στη μάχη του δημόσιου πεδίου, χλευάζουν αυτούς που είχαν το ψυχικό σθένος να το κάνουν.
Τιμή και σεβασμός σε όσους εκθέτουν εαυτόν για να υπηρετήσουν συλλογικούς σκοπούς!
«Μόνοι γάρ τον τε μηδέν των δε (πολιτικών) μετέχοντα, ούκ απράγμονα, αλλ’ αχρείον νομίζομεν»
Θουκυδίδη Επιτάφιος
*Ο Σπύρος Ζαφείρης είναι Αντιπρόεδρος του κόμματος «Δημοκρατική Ευθύνη», Υποψήφιος Βουλευτής εκλογικής περιφέρειας Ιωαννίνων