Γυρίσματα
«Λόγω της κρίσιμης κατάστασης της Χώρας μας και λόγω της μεγάλης διάστασης των απόψεων, τις οποίες οι πολιτικοί των άλλων Κρατών-Μελών της Ευρωζώνης προσπαθούν να περάσουν στους δικούς τους λαούς, θεώρησα ότι υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ελλάδος, οφείλω να ενημερώσω τους ομολόγους μου των λοιπών Κρατών-Μελών της Ευρωζώνης, κατά τρόπο αντικειμενικό, αμερόληπτο και ειλικρινή, όπως επιβάλει η δικαστική μου ιδιότητα αναφορικά με τις θέσεις του ελληνικού λαού και με την κατάσταση της Ελλάδος.
Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν επιθυμεί την έξοδο της Ελλάδος από την Ευρωζώνη, αλλά αντίθετα επιθυμεί την παραμονή της εντός αυτής. Το ερώτημα στο Ελληνικό δημοψήφισμα δεν ήταν η έξοδος από το ευρώ, όπως κατά τρόπο ανακριβή επέμεναν να υποστηρίζουν ορισμένοι εκ των εκπροσώπων της Ευρωπαϊκών θεσμών αλλά και ορισμένοι από τους ευρωπαίους πολιτικούς, αλλά ήταν σαφώς η έγκριση ή όχι της πρότασης των θεσμών για νέα μέτρα λιτότητας, χωρίς ρύθμιση του ελληνικού χρέους και ο ελληνικός λαός σε ποσοστό 61,3% εψήφισε ΟΧΙ.
Οι Έλληνες δεν ζητούν να μην πληρωθεί το χρέος του ελληνικού Κράτους, για τη δημιουργία του οποίου βεβαίως οι ίδιοι ουδεμία ευθύνη φέρουν, αφού αυτό (το χρέος) οφείλεται αφενός μεν στην κακοδιαχείριση του δημοσίου χρήματος από τις Κυβερνήσεις, αφετέρου δε στην εσφαλμένη οικονομική πολιτική η οποία εφαρμόστηκε τα τελευταία πέντε χρόνια, με βάση τα μνημόνια που επιβλήθηκαν από την Τρόικα και τα οποία αποδείχθηκαν ανεπιτυχή, αφού οδήγησαν σε μεγαλύτερη ύφεση, σε ανεργία και σε φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού.
Ο Έλληνες δεν επιθυμούν μία λύση που θα είναι σε βάρος των λαών των άλλων λαών-μελών της Ευρωζώνης, όπως, επίσης ανακριβώς, θέλουν να εμφανίζουν ορισμένοι από τους ευρωπαίους πολιτικούς για να είναι αρεστοί στους δικούς τους ψηφοφόρους, αλλά αναμένουν από τους ευρωπαίους εταίρους να επιτευχθεί με την ελληνική κυβέρνηση μία συμφωνία, η οποία θα προβλέπει ρύθμιση του ελληνικού χρέους κατά τρόπο που να επιφέρει ανάπτυξη της οικονομίας και μείωση της ανεργίας.
Αναμένουν από τους ευρωπαίους εταίρους να σκεφθούν όχι μόνο τους αριθμούς και τα οικονομικά μεγέθη, αλλά και της ηθικές αξίες που επιβάλλει η Ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης…». 9/7/2015.
Αυτά δεν τα λέει κάποιος πολιτικός αλλά η τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Β.Θάνου σε συναδέλφους της δικαστές. Σαφώς εκφέρει πολιτικές απόψεις- κάνοντας μάλιστα και πολιτικές κρίσεις- μιλώντας πια όχι ως δικαστικός λειτουργός αλλά ως σκέτη πολιτικάντης.
Θυμίζω την κριτική του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου του ΕΚΠΑ Σ.Τσακυράκη: «…Η επιστολή της κ. Θάνου καταβαραθρώνει τη Δικαιοσύνη και τους θεσμούς, εκθέτει την χώρα μας και μας ευτελίζει πολιτισμικά. Δεν μπορεί να παραμένει στη θέση της. Περιμένω την αντίδραση των ακέραιων δικαστών της χώρας μας. Να βγουν μπροστά και να πουν ότι ντρέπονται για το συμβάν και να ζητήσουν την παραίτησή της. Το ίδιο να κάνουν και οι επιφανείς και ακέραιοι πρώην δικαστές. Μετά από αυτή την επιστολή δεν μπορεί να ανεβεί στην έδρα», για την οποία η ίδια τον μήνυσε μισό χρόνο αργότερα!
Στο ίδιο πολιτικοδικαστικό κύκλωμα -η κ. Θάνου ορίστηκε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ την 29η Ιουνίου 2015 στις 2 μετά τα μεσάνυχτα προσπερνώντας στην επετηρίδα εννιά αρχαιότερους υποψήφιους για τη θέση (!), στη συνέχεια διορίστηκε στις 27 Αυγούστου 2015 υπηρεσιακή πρωθυπουργός, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ φρόντισε να αφήσει επί μήνες κενές τις θέσεις των Προέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ώστε να μην έχει ευχέρεια ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να διορίσει άλλο πρόσωπο ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό, και ακολούθησε η τοποθέτησή της στις 10 Ιουλίου 2017 ως άμισθη προϊσταμένη του Νομικού Γραφείου του πρώην πρωθυπουργού, θέση την οποία διατήρησε μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2018, οπότε προτάθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ για τη θέση της προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού στην οποία και διορίστηκε με τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ ,των ΑΝΕΛ, της Ένωσης Κεντρώων και της Χρυσής Αυγής- ανήκε και ο εισαγγελέας Δ. Παπαγγελόπουλος-υπουργός Δικαιοσύνης στην υπηρεσιακή κυβέρνηση της και αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης στις μετέπειτα κυβερνήσεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ- όπως και η εισαγγελέας διαφθοράς Ε.Τουλουπάκη, αμφότεροι προτεινόμενοι για παραπομπή σε δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο μετά από πρόταση της αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου κας Ε. Μετσοβίτου για τη «σκευωρία» Novartis.
Βέβαια, την τελική απόφαση θα την πάρει το Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο θα αποφασίσει αν κάνει δεκτή την εισήγηση της κ. Μετσοβίτου για την παραπομπή του «κυκλώματος Ρασπούτιν» στην υπόθεση Novartis. Η πρόταση πάντως της αντεισαγγελέως έχει το ειδικό της βάρος σε κάθε περίπτωση.
Είναι πολύ πιθανό λοιπόν να έχουμε κι άλλο ειδικό δικαστήριο εκτός απ’ αυτό που θα δικάσει για παράβαση καθήκοντος τον πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ Ν.Παππά- μετά το αμετάκλητο βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου. Η παραπομπή του Ν. Παππά σημαίνει το πρώτο Ειδικό Δικαστήριο για την πρώτη φορά Αριστερά και την κατ’ αρχήν επιβεβαίωση της παρωδίας που στήθηκε, προκειμένου ο ΣΥΡΙΖΑ να ελέγξει εξωθεσμικά και παράνομα το τηλεοπτικό τοπίο. Η δε πιθανή παραπομπή των Δ. Παπαγγελόπουλου, Ε. Τουλουπάκη και των δύο στενών συνεργατών της θα σημάνει ότι αναγνωρίζεται πως στην υπόθεση Novartis υπήρξε σκευωρία με στόχο τη στοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων για ίδιον πολιτικό όφελος της τότε κυβέρνησης. Και οι δύο υποθέσεις καταρρίπτουν με πάταγο το ψευδοαφήγημα της «πολιτικής δίωξης», αφού η Δικαιοσύνη -και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο- αποφάσισε και διέγραψε το «πολιτική», αφήνοντας σκέτη τη σκευωρία.
Είναι μια ακόμα στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται αντιμέτωπος με τις επιλογές του και υπόλογος γι’ αυτές. Οι πράξεις και οι παραλείψεις των συγκεκριμένων υπουργών Παππά και Παπαγγελόπουλου της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου, δεν ήταν προσωπικές και αυθαίρετες επιλογές τους. Ήταν γνωστές στους ηγετικούς κύκλους του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου μπορεί να βρεθούν οι δυο τους, αλλά μαζί τους θα «δικάζεται» και ο βίαιος καθεστωτισμός που επιχειρήθηκε να επιβληθεί.
Αλήθεια, πόσο κοντά στον θεσμικό εκτροχιασμό βρέθηκαν η Δημοκρατία και η ίδια η χώρα, επειδή κάποιοι πίστεψαν πως μπορούσαν- και μάλιστα εύκολα- να τις χειραγωγήσουν κομματικά; Ειλικρινά, για την περίσταση, ισχύει πάντα το γνωστό ρεφρέν του Α.Δρυμιώτη: «Θεέ μου, από πού γλιτώσαμε»!
Τη στήλη επιμελείται και…
Ψαρεύει (όταν δεν γράφει…) ο Γρηγόριος Φαρμάκης
(ΥΓ: «Χτυπάει» χωρίς πρόγραμμα)