Το τελευταίο εκβάν
Είχε δίκιο ο Δημοσθένης όταν, κωδικοποιώντας την κριτική του μέθοδο, κατέληγε στη φράση «προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται»;
Προσεγγίζουμε τα γεγονότα εντελώς διαφορετικά ανάλογα με τις απόψεις που συνδιαμορφώνουν στο πέρασμα του χρόνου την ταυτότητά μας, ήτοι το ποιοι είμαστε και τι πιστεύουμε.
Παράδειγμα, άνθρωποι που ψήφισαν το κόμμα που κυβερνάει έχουν πολύ καλύτερη εικόνα για την κατάσταση της οικονομίας της χώρας από τους ψηφοφόρους του κόμματος που είναι στην αντιπολίτευση. Όταν μετά τις εκλογές αλλάζει η κυβέρνηση, εξακολουθεί να ισχύει ακριβώς το ίδιο -οι άνθρωποι αλλάζουν αμέσως ριζικά άποψη για την κατάσταση της οικονομίας, ακόμα και αν η οικονομία στο μεταξύ δεν έχει αλλάξει καθόλου.
Είναι σαν να μην ζούμε όλοι στον ίδιο κόσμο, ταμπουρωμένοι σε παράλληλα σύμπαντα. Η προσπάθεια να συνυπάρξουμε όλοι μαζί σε έναν κόσμο κοινό, σε μια χώρα, σε μια κοινωνία γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να πάρουμε αποφάσεις με βάση τα γεγονότα, διότι τα δικά μου γεγονότα είναι διαφορετικά από τα δικά σου. Ανάλογα με το τι διαβάζουμε, ποιους παρακολουθούμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ποιοι είναι οι φίλοι μας και ο κοινωνικός μας περίγυρος. Πλέον δεν μπορούμε να κάνουμε μια συζήτηση πάνω σε μια κοινή βάση. Δηλαδή εσύ πιστεύεις ότι τώρα είναι μέρα κι εγώ πιστεύω ότι τώρα είναι νύχτα.
Όλες και όλοι είμαστε ευάλωτοι σε κάποιου τύπου χειραγώγηση. Ό,τι άμυνες κι αν έχουμε αναπτύξει κατά τη διάρκεια της ζωής μας, είμαστε άνθρωποι, ατελείς και με φορτία στην πλάτη, ψυχολογικά και άλλα. Ευάλωτοι. Μα κάποιες και κάποιοι είναι πολύ πιο ευάλωτοι, με πολύ ασθενέστερες άμυνες, που συνήθως τους στοιβάζουμε στα άκρα του πολιτικού φάσματος, αλλά που στην πραγματικότητα πολύ γρήγορα αυτοτοποθετούνται εκτός κάθε φάσματος και κατηγοριοποίησης. Αυτοτοποθετούνται, αντίθετα, εκτός πραγματικότητας.
Τέτοιοι άνθρωποι έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί απολύτως και ο χαμός τους είναι πλέον σχεδόν σίγουρα μη αναστρέψιμος. Με ζέση που προσομοιάζει των πιστών θρησκευτικών αιρέσεων, έχουν αποκολληθεί εντελώς από την αντικειμενική αλήθεια και ζουν σε ένα άλλο, παράλληλο σύμπαν γεμάτο παλαβές συνομωσίες και φανταστικούς εχθρούς.
Ένα πράγμα τους οδήγησε εκεί: ο θυμός. Ζουν βρίσκοντας αλλεπάλληλες αφορμές για θυμό και για μίσος. Ζωές ολόκληρες σπαταλημένες μέσα σε μια ανώφελη οργή για κάθε απίθανη αφορμή, από τα εμβόλια και τις μάσκες μέχρι τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Κάθε είδηση είναι αφορμή που, ανάλογα με την ιδεολογία και την ταυτότητα του καθενός, πυροδοτεί τόσο πηγαία και έντονη οργή που καλύπτει και εν τέλει σβήνει τη λογική.
Δείτε τι έκανε ο αντιμητσοτακισμός στον ΣΥΡΙΖΑ. Καλλιεργώντας τη μονομανία μετατράπηκε από αντιπολίτευση σε μηχανισμό εξορκισμού. Όπου έβλεπε Μητσοτάκη –και οτιδήποτε μπορούσε να συνδεθεί με αυτόν– έχανε τα λογικά του και παραληρούσε.
Ο μηχανισμός προπαγάνδας του κόμματος δεν έμεινε στο παλιό «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» αλλά μιλούσε για «καθεστώς», εφεύρισκε συνωμοσίες, επέρριπτε στον πρωθυπουργό ευθύνες για απίθανες καταστάσεις -έφτασε στο σημείο να διακινήσει την «είδηση» ότι κακοποιήθηκε μια χελώνα για να διασκεδάσει ο Μητσοτάκης- κυνηγούσε την οικογένειά του και, εντέλει, προσωποποίησε την πολιτική αντιπαράθεση σε τέτοιο βαθμό που απλά την ακύρωσε.
Όταν δεν έχεις πολιτικές θέσεις ή αυτές που έχεις είναι εκτός τόπου και χρόνου ή το χειρότερο είναι απάτη και χοντρό ψέμα παραδίδεσαι στο κακόβουλο πνεύμα της παραπολιτικής μικρότητας. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που είδαμε στο πρόσφατο συνέδριο του: σύγχυση, σπαραγμός, εχθροπάθεια, ακούσια αστειότητα, γελοιότητα, ξεφτίλα. Αποτέλεσμα, η μανία δεν έβλαψε το αντικείμενό της, αλλά τον μανιακό.
Κοινώς, «τον ήπιαν» (από δήλωση της βουλευτού Τζάκρη). Παντού. Αποτέλεσμα να φανεί η πολιτική τους γύμνια σε όλο της το μεγαλείο, και γι’ αυτούς που έμειναν αλλά και γι’ αυτούς που έφυγαν κονιορτοποιώντας το «ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς».
Ο ΣΥΡΙΖΑ όπως τον ξέραμε δεν υπάρχει πια. Ο «άχαστος» πρώην πρόεδρος του μετά την κατραπακιά που έφαγε απ’ τους συνέδρους για τις προτάσεις του, απομυθοποιήθηκε πλήρως. Προσπαθεί να σώσει ότι σώζεται απ’ την υστεροφημία του με τα πρόσφατα «κάναμε λάθος χειρισμούς» για τις υποθέσεις της Novartis και των τηλεοπτικών αδειών, όπως και με τα παλαιότερα «είχαμε αυταπάτες» με τα μνημόνια.
Είναι το «τελευταίο εκβάν». Αλήθεια όμως. Γιατί πρέπει εμείς να τον πιστέψουμε ξεχνώντας όλη εκείνη τη θλιβερή περίοδο της λάσπης στον αντισυστημικό ανεμιστήρα, αποκορύφωμα της οποίας ήταν η σκευωρία Novartis και η αντισυνταγματικότητα του νόμου των τηλεοπτικών αδειών; Όταν οι πολιτικοί σου αντίπαλοι είναι εχθροί και έτσι τους αντιμετωπίζεις δεν έχουμε καμία ψευδαίσθηση. Αυτοί είστε.
Τη στήλη επιμελείται και…
Ψαρεύει (όταν δεν γράφει…) ο Γρηγόριος Φαρμάκης
(ΥΓ: «Χτυπάει» χωρίς πρόγραμμα)