Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η Αριστερή Παρέμβαση στην Ήπειρο σχετικά με το νέο νομοσχέδιο που αφορά τις λαϊκές αγορές τονίζει πως “η πρόταση νόμου, όχι μόνο δε «βάζει τάξη» στις λαϊκές αγορές, όπως παραπλανητικά διαδίδει η κυβέρνηση, αλλά ουσιαστικά ανατρέπει το χαρακτήρα του θεσμού των λαϊκών αγορών όπως τον ξέρει ο λαός μέχρι σήμερα, προς όφελος της επιχειρηματικής δράσης”.
“Μέσα από το σχέδιο νόμου,” συνεχίζει η ανακοίνωση, “η κυβέρνηση επιδιώκει το πλήρες πέρασμα των λαϊκών αγορών στα χέρια χονδρεμπόρων και εταιρειών και την ιδιωτικοποίησή τους, μέσα από τη δημιουργία ενός φορέα ΣΔΙΤ, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την προκήρυξη θέσεων πωλητή, τον ορισμό της τιμής για κάθε θέση. Οι θέσεις αυτές εν τέλει θα δημοπρατούνται μακροπρόθεσμα, με τον φορέα να εισπράττει το ανάλογο τέλος για κάθε μία από αυτές. Δικαίωμα στην θέση επιδιώκεται να δοθεί για πρώτη φορά και σε εταιρείες που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε μία λαϊκή αγορά και μάλιστα σε ποσοστό 5% επί των θέσεων. Η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο της συμμετοχής και σε οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία εμπορίας τροφίμων και ρούχων.”
Τα αποτελέσματα, σύμφωνα με την ΑΡ.Π.Η., θα είναι από τη μία η καταστροφή των μικρών παραγωγών – επαγγελματιών και από την άλλη η κάθετη αύξηση του κόστους των προϊόντων για τα λαϊκά νοικοκυριά, τα οποί όπως δηλώνεται, έρχονται να προστεθούν σε ήδη υπάρχοντα προβλήματα που έχουν προκύψει λόγω ης πανδημίας covid-19.
Τέλος, στην ανακοίνωση αναφέρεται πως “η στήριξη των μικρών παραγωγών και πωλητών εν μέσω πανδημίας από την κυβέρνηση είναι μηδαμινή. Οι πωλητές των λαϊκών αγορών αντί να βοηθηθούν απειλούνται με πρόστιμα και πλέον με το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης οδηγούνται να χάσουν οριστικά τη δουλειά τους. Περιφέρεια Ηπείρου και δήμος Ιωαννίνων μιλάνε για ενίσχυση των λαϊκών αγορών την ώρα που η κυβέρνηση τις διαλύει.”
Η ανακοίνωση ολοκληρώνεται με την απαίτηση της ΑΡ.Π.Η. “απόσυρσης του κυβερνητικού νομοσχεδίου διάλυσης και ιδιωτικοποίησης των λαϊκών αγορών, την έκδοση περισσότερων άδειων καθώς και ουσιαστικό έλεγχο στη προέλευση των προϊόντων, ενώ παράλληλα διεκδικούν και την ενίσχυση όλων των μικρών παραγωγών και πωλητών που έχουν πληγεί εξαιτίας της πανδημίας.